Η δυνατότητα ύπνωσης και αυτοθεραπείας: ένα εξελικτικό πλεονέκτημα...

Μπορούμε όλοι να υπνωτιστούμε;
 
Έχουν όλοι οι άνθρωποι την ικανότητα να υπνωτίζονται; Ποιες είναι οι συνθήκες εκείνες που ευνοούν την ανάπτυξη θεραπευτικών ικανοτήτων στα άτομα κατά τη διάρκεια της ύπνωσής τους και ποιες οι γενετικές προϋποθέσεις για την επίτευξη μίας τέτοιας κατάστασης;
Μελέτες στο χώρο της ανθρωπολογίας, της εθνογραφίας, της ιστορίας της ιατρικής και της θρησκείας φαίνεται ότι υποστηρίζουν τον ισχυρισμό ότι συμπεριφορές και ψυχολογικές καταστάσεις που υποβάλλονται στα άτομα κατά τη διάρκεια διαφόρων ειδών τελετουργιών μπορούν να έχουν θεραπευτικά αποτελέσματα. Ειδικότερα, η χρήση τεχνικών ύπνωσης και υποβολής στο πλαίσιο τέτοιων τελετουργιών αποδεικνύεται ότι μπορεί να μειώσει τον πόνο, να ενισχύσει τη θεραπεία που ακολουθούν ασθενείς, να ελέγξει την απώλεια αίματος σε περιπτώσεις τραυμάτων ή εγχειρήσεων, να ανακουφίσει ψυχολογικές διαταραχές, αλλά και να διευκολύνει την κύηση και τον τοκετό.
            Ωστόσο, όπως προκύπτει από τις έρευνες αυτές, δεν έχουν όλοι οι άνθρωποι την ικανότητα να ανταποκρίνονται στην ύπνωση και τις υποβολές που τη συνοδεύουν. Η ικανότητα αυτή φαίνεται ότι συνδέεται με την ύπαρξη ενός συγκεκριμένου γονότυπου που κάνει όσους το έχουν περισσότερο δεκτικούς σε τέτοιες πρακτικές και κατ’ επέκταση τους δίνει ένα πλεονέκτημα επιβίωσης έναντι των υπολοίπων. Μία σχετική έρευνα του Αμερικανού ψυχολόγου Ernest Hilgard, καθηγητή στο πανεπιστήμιο του Stanford, υποδεικνύει ότι η ικανότητα ύπνωσης είναι σήμερα σχετικά κανονικά κατανεμημένη στον πληθυσμό και είναι σχετικά σταθερή κατά τη διάρκεια της ζωής μας.
            Η ύπνωση συνδέεται με καταστάσεις οι οποίες επιφέρουν θεραπευτικές μεταβολές της κατάστασης της συνείδησης των ατόμων (ASC). Η τέλεση  απλών τελετουργιών που συνδύαζαν την υποβολή με την ύπνωση και κατ’ επέκταση με τη θεραπεία διαφόρων τύπων ψυχοσωματικών ασθενειών φαίνεται ότι χρησιμοποιούταν από τους πρώτους ανθρωπίδες, ενώ η ανάπτυξη πιο σύνθετων τελετουργικών μορφών από τους πρώτους Homo Sapiens συνέβαλε, εξαιτίας της αποτελεσματικότητάς τους, στο σχηματισμό γονοτύπων που συνδέονται με την ικανότητα ύπνωσης. Στην πορεία αυτή, η αύξηση της συχνότητας των συγκεκριμένων γονοτύπων κατέστησε δυνατή την ανάπτυξη του θρησκευτικού αισθήματος, των μύθων και των ιδεολογιών που δικαιολογούσαν και πλαισίωναν τις σχετικές τελετουργίες.
            Η γενετική έρευνα παρέχει στοιχεία που υποστηρίζουν αυτό το σενάριο. Όπως υποδηλώνεται από συγκρίσεις ανάμεσα σε μονοζυγωτικά και διζυγωτικά δίδυμα που ανατράφηκαν χωριστά, το 50 % της διακύμανσης που παρατηρήθηκε στις μετρήσεις  του θρησκευτικού ενδιαφέροντoς, των διαθέσεων και των αξιών των διδύμων επηρεάζεται γενετικά. Συγκεκριμένα, η έρευνα σε ένα δείγμα 140 ζευγαριών διδύμων αποκάλυψε έναν σημαντικό κληρονομικό δείκτη και μία σημαντική σχέση ανάμεσα στο βαθμό ικανότητας ύπνωσης των διδύμων μεταξύ τους, αλλά και σε σχέση με τον κοινό γονέα τους. Συνεπώς, μπορεί να διατυπωθεί η υπόθεση ότι το θρησκευτικό αίσθημα και κατ’ επέκταση οι διαθέσεις, οι σκέψεις και οι συλλογισμοί, που υποκινούνται από μεταβολές των συνειδησιακών καταστάσεων των ατόμων, έχουν γενετική βάση.
            Οι μιμητικές τελετουργίες, όπως οι ψαλμωδίες, τα τραγούδια, τα κρουστά, ο χορός και άλλες επαναλαμβανόμενες συμπεριφορές, μπορούν να προκαλέσουν θεραπευτικές μεταβολές της συνειδησιακής κατάστασης των συμμετεχόντων, οι οποίες συνοδεύονται από μία μετατόπιση από τους κανονικούς τρόπους νοητικής λειτουργίας σε μία περισσότερο υποκειμενική αίσθηση που συνδέεται με αλλαγές στη συμπεριφορά. Ήπιες μορφές μεταβολής της συνειδησιακής κατάστασης ενός ατόμου ισοδυναμεί με την κατάσταση της χαλάρωσης, η οποία προκαλεί μείωση του ρυθμού της καρδιάς και της αναπνοής, αλλά και μείωση της πίεσης του αίματος, παράμετροι που επηρεάζουν ένα ευρύ φάσμα ιατρικών διαταραχών. Η κατάσταση της χαλάρωσης μπορεί να οδηγήσει σε ύπνωση, όταν συνδυαστεί με την υποβολή. Με τον ίδιο τρόπο πολλές τεχνικές που φαίνονται ότι οδηγούν σε έκσταση, όπως είναι οι ψαλμοί, το ρυθμικό τραγούδι και ο διαλογισμός, αν και εμφανίζονται φαινομενικά διαφορετικές, οδηγούν σε μία κοινή κατάσταση προσυμπαθητικής κυριαρχίας και σε ένα αργό κύμα συγχρονισμού του μετωπικού φλοιού του εγκεφάλου και σχετικής αστάθειας του κροταφικού λοβού, φαινόμενα που χαρακτηρίζουν την ύπνωση.
            Άνθρωποι οι οποίοi διαθέτουν το γονότυπο της ύπνωσης  μπορούν υποσυνείδητα να χρησιμοποιούν στρατηγικές αυτό-ύπνωσης, ιδιαίτερα αν είναι σε θέση να αναγνωρίσουν τα οφέλη μίας τέτοιας κατάστασης. Κατ’ επέκταση, άτομα που μπορούν να υπνωτιστούν ανταποκρίνονται καλύτερα σε αντίστοιχες καταστάσεις που δημιουργούνται στο πλαίσιο θρησκευτικών τελετουργιών και συνεπώς μπορούν να έχουν καλύτερα θεραπευτικά οφέλη. Ο διαλογισμός, άλλωστε, που αποτελεί μία πανάρχαια θρησκευτική πρακτική και χρησιμοποιείται ως σήμερα, παρέχει τα μεγαλύτερα θεραπευτικά οφέλη σε εκείνους που είναι περισσότερο ευαίσθητοι στην ύπνωση
            Η σχέση ανάμεσα στην ικανότητα ύπνωσης και την κλινική αποτελεσματικότητα της υπνοθεραπείας έχει καλά θεμελιωθεί μέσω ελεγχόμενων μελετών πάνω σε μία σειρά διαταραχών, όπως στον πόνος, τις φοβίες, τις ψυχοσωματικές διαταραχές, τις ημικρανίες, τα εγκαύματα και το άσθμα. Η ικανότητα ύπνωσης σχετίζεται με το πόσο σύντομα θα ολοκληρωθεί η υπνοθεραπεία και κατά πόσο θα είναι αποτελεσματική ή όχι.
            Κατά ανάλογο τρόπο, στο πλαίσιο πολλών σύγχρονων θρησκευτικών ομάδων, η πρόκληση μεταβολών της συνειδησιακής κατάστασης των μελών τους μέσω τεχνικών ύπνωσης εξακολουθεί να παρέχει σημαντικά θεραπευτικά οφέλη. Η υγεία του ανθρώπου, άλλωστε, όπως έχει εύστοχα σημειωθεί από ομάδα ερευνητών στο Journal for the Scientific Study of Religion (30: 203-211), συνδέεται κατά πολύ με το δείκτη της πνευματικής εμπειρίας μας.


Ερευνητές από το Τεχνικό Πανεπιστήμιο του Aachen στη Γερμανία έκαναν μία έρευνα πάνω στις αλλαγές που σημειώνονται στη δραστηριότητα του ανθρώπινου εγκεφάλου κατά τη διάρκεια της ύπνωσης και έχουν ως αποτέλεσμα την ελάττωση του αισθήματος του πόνου.
            Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν μαγνητικούς τομογράφους για να παρατηρήσουν την εγκεφαλική δραστηριότητα 12 εθελοντών που έλαβαν μέρος στο πείραμα. Μία θερμαντική συσκευή τοποθετήθηκε πάνω στο δέρμα των συμμετεχόντων για να ορίσει ποια θερμοκρασία θεωρούνταν από τον κάθε έναν από αυτούς ως επίπονη. Έπειτα οι εθελοντές χωρίστηκαν σε δύο ομάδες. Η πρώτη υποβλήθηκε σε ύπνωση, ενώ συγχρόνως σκανάρονταν η δραστηριότητα στον εγκέφαλο των μελών της και εφαρμοζόταν το επίπονο επίπεδο θερμότητας στο δέρμα τους. Στη συνέχεια, η ύπνωση διεκόπη και εφαρμόστηκε το ίδιο επίπονο ερέθισμα, ενώ σκανάρονταν ο εγκέφαλός τους. Η ακριβώς αντίστροφη διαδικασία ακολουθήθηκε στη δεύτερη ομάδα.
            Όπως διαπιστώθηκε, η ύπνωση συνέβαλε στη μείωση της αντίληψης του πόνου και στους 12 συμμετέχοντες. Οι υπνωτισμένοι εθελοντές ανέφεραν είτε ότι δεν ένιωσαν καθόλου πόνο είτε ότι το αίσθημα του πόνου ήταν σαφώς μικρότερο από εκείνο που αισθάνθηκαν όταν δεν βρίσκονταν σε κατάσταση ύπνωσης.
            Οι μαγνητικοί τομογράφοι, από την άλλη, έδειξαν μείωση της δραστηριότητας στο δίκτυο πόνου του εγκεφάλου, συμπεριλαμβανομένου του πρωταρχικού αισθητηριακού φλοιού, που είναι υπεύθυνο για την αντίληψη του πόνου. Την ίδια στιγμή, σημειώθηκε αυξημένη δραστηριότητα στον αριστερό πρόσθιο λοβό και στα βασικά γάγγλια. Οι ερευνητές διατύπωσαν την υπόθεση ότι αυξημένη διέγερση των συγκεκριμένων περιοχών πιθανότατα συμβάλλει στην παρεμπόδιση του ερεθίσματος του πόνου από το να φτάσει στις ανώτερες δομές του φλοιού του εγκεφάλου που μας επιτρέπουν να αντιλαμβανόμαστε τον πόνο.

Βασισμένο στο άρθρο: McCLenon, J., "Shamanic Healing, Human Evolution, and the Origin of Religion", Journal for the Scientific Study of Religion, Vol. 36, No. 3. (Sep., 1997), pp. 345-354

Περαιτέρω βιβλιογραφία
Argyle, M. and Beit-Hallahmi Β,1975, The social psychology of religion. London: Routledge and Kegan Paul
Bowers, K. S. and Le Baron, S, 1986, "Hypnosis and hypnotizability: Implication for clinical intervention", Hospital and Community Psychiatry 37: 457-66
Crawford, H. J. 1994, "Brain dynamics and hypnosis: Attentional and disattentional proceeeee", International Journal of Clinical and Erxperimental Hypnosis 42: 204-32
d'Aquili, E. G., 1985, "Human ceremonial ritual and the modulation of aggresion", Zygon 20: 21-30.
d'Aquili, E. G. and Laughlin, C. D., 1979, "The neurobiology of myth and ritual."In The spectrum of ritual: A biogenetic structural analysis, edited by Eugene G. d'Aquili, C. D. Laughlin, Jr., and John McManus, New York: Columbia University Press, 152-82
McClenon, J., 1993, "Surveys of anomalous experience in Chinese, Japanese, and American samples", Sociology of Religion 54: 295-302.
-. 1994, Wondrous events: Foundations of religious belief, Philadelphia, PA: University of Pennsylvania Press.
-. 1997, "Spiritual healing and folklore research: Evaluating the hypnosis/placebo theory.", Alternative Therapies in Health and Medicine 3: 61-66

1 σχόλιο:

  1. Νομίζω πως θα χρειαστούν χρόνια ερευνών για άκρως ασφαλή συμπεράσματα σε αυτόν τον τομέα.Υπάρχουν πολλά ερωτήματα σχετικά με την ύπνωση και το να λέμε πως αυτή θεραπεύει είναι βεβιασμένη πιστεύω κίνηση.

    ΑπάντησηΔιαγραφή